Πολεοδομία
Γενικά στοιχεία
Περιγραφή
Αντικείμενο της Πολεοδομίας είναι ο σχεδιασμός αστικών περιοχών, αλλά και μικρών ή μεγάλων οικισμών, υφιστάμενων ή νέων, σύμφωνα με κοινωνικά και περιβαλλοντικά αποδεκτούς στόχους, μεθόδους και διαδικασίες, και στην συνέχεια η εφαρμογή του σχεδιασμού μέσα από τους ισχύοντες θεσμούς, που έχει θεσπίσει μια δημοκρατική πολιτεία, με συνετή χρήση των διαθέσιμων πόρων, οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών. Σκοπός της Πολεοδομίας δεν είναι απλώς η παραγωγή πολεοδομικών σχεδίων, ούτε βέβαια μόνο η ρύθμιση και ο έλεγχος της οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά η συνεχής δράση και ενεργοποίηση όλων των μηχανισμών μιας κοινωνίας, που συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της. Αυτός είναι η κοινωνικά και περιβαλλοντικά σωστή ανάπτυξη των οικισμών και πόλεων, προς όφελος των ίδιων των σημερινών και μελλοντικών κατοίκων τους, αλλά και προς όφελος του ευρύτερου περιφερειακού και εθνικού χώρου στον οποίο ανήκουν, τόσο στο παρόν, όσο και σε βάθος χρόνου. Χώρος δράσης της Πολεοδομίας δεν είναι οι ανθρώπινοι οικισμοί με την στενή έννοια των συγκεντρώσεων κτιρίων γύρω από ένα δίκτυο οδών και υποδομών, συγκεντρώσεων που διαφοροποιούνται από τον περιβάλλοντα αγροτικό χώρο λόγω αυξημένης πυκνότητας δόμησης και οίκησης. Η Πολεοδομία αντιμετωπίζει την πόλη σαν ένα σύνθετο κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό σύστημα και όχι απλώς σαν ένα σύμπλεγμα κτιρίων και τεχνικών έργων. Στοχεύει όχι μόνο σε κάποιες ρυθμίσεις επί του εδάφους, π.χ. χάραξης δρόμων, χωροθέτησης κτισμάτων και οροθέτησης χρήσεων γης, αλλά ευρύτερα στον πολιτισμό, στην ευημερία των πολιτών, στην βιώσιμη ανάπτυξη των οικισμών και της οικονομίας τους, στην ποιότητα ζωής, στην κοινωνική ισότητα και δικαιοσύνη, και στην προστασία και βελτίωση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Μέσα από τον ρόλο που έχουν οι οικισμοί, και ιδίως τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα, η Πολεοδομία επιδιώκει επιπλέον να έχει ανάλογη συμβολή σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Κατά συνέπεια, μέσα στο αντικείμενο της Πολεοδομίας είναι η γνώση των πόλεων, δηλ. της δομής, της οργάνωσης, της λειτουργίας και του ρόλου τους, όπως και η γνώση της διαδικασιών σχεδιασμού που ακολουθεί, δηλ. της μεθοδολογίας του σχεδιασμού, του θεσμικού του πλαισίου, και των «εργαλείων», που έχει στην διάθεση του. Αν και το ενδιαφέρον της Πολεοδομίας συγκεντρώνεται κυρίως στους οικισμούς (μητροπολιτικές περιοχές, πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά), είναι φανερό πως κύριο χαρακτηριστικό της είναι η έμφαση στον γεωγραφικό χώρο γενικότερα και όχι μόνο στον χώρο, που ορίζεται από τα όρια των δομημένων περιοχών. Στην πράξη έχει επικρατήσει να θεωρούμε τον ευρύτερο χώρο, που περιλαμβάνει κατοικημένες και μη περιοχές, δασικές ή αγροτικές εκτάσεις, παραγωγικές ζώνες κλπ. ως αντικείμενο της Χωροταξίας. Ο χώρος όμως είναι ενιαίος και δεν επιδέχεται εύκολα τέτοιους διαχωρισμούς. Οι επιμέρους γεωγραφικές ενότητες που τον απαρτίζουν συνδέονται μεταξύ τους με πολλαπλές αλληλεξαρτήσεις. Αρα ο διαχωρισμός των αντικειμένων της Πολεοδομίας και της Χωροταξίας δεν είναι πάντα ευχερής και εφικτός, και ίσως να γίνεται και άσκοπος. Θα ήταν καλύτερα να μιλούμε γενικότερα για τον Σχεδιασμό του Χώρου ή Χωρικό Σχεδιασμό, που ασκείται βέβαια σε διαφορετικά γεωγραφικά, διοικητικά ή λειτουργικά επίπεδα. Η Πολεοδομία δεν είναι παρά μια κατηγορία Σχεδιασμού του Χώρου και γενικότερα του Σχεδιασμού. Ο Σχεδιασμός του Χώρου, σαν επιστημονικό αντικείμενο, έχει πολλές συγγένειες με τον σχεδιασμό άλλων τομέων της κοινωνικής ζωής, όπως της ανάπτυξης, της οικονομίας και της κοινωνικής πολιτικής (π.χ. για την υγεία). Ο σχεδιασμός μπορεί να αντιμετωπισθεί σαν αυτοτελές επιστημονικό πεδίο, που περιλαμβάνει ένα σεβαστό σώμα θεωρίας και ευρύτατη βιβλιογραφία, σχετική με την θεωρητική του βάση, τις μεθόδους του και την εμπειρία της εφαρμογής του στην πράξη. Σταδιακά εισάγεται και ο όρος χωρικός σχεδιασμός, που καλύπτει όλο το φάσμα του σχεδιασμού του χώρου. Παράλληλα προς την υπόσταση του ως αυτόνομου επιστημονικού πεδίου, ο σχεδιασμός (οικονομικός, χωρικός κλπ.) αποτελεί σημαντικό τμήμα και πεδίο δράσης της λειτουργίας μιας οργανωμένης κοινωνίας και ενός σύγχρονου κράτους. Με αυτή την έννοια ρυθμίζεται από θεσμούς και από αρχές, που διέπουν την λειτουργία και τις αρχές διοίκησης κάθε συγκεκριμένης κοινωνίας. Αυτό σημαίνει, πως ο σχεδιασμός γενικά, και η Πολεοδομία ειδικότερα, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπισθεί ως μια θεσμικά προσδιορισμένη δραστηριότητα, που υπόκειται στους κανόνες και στις δεσμεύσεις, που απορρέουν από την λειτουργία ενός κράτους. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο,τιδήποτε συμβαίνει μέσα στον χώρο των πόλεων, με τις οποίες ασχολείται η Πολεοδομία, εκπορεύεται από ενέργειες της πολιτείας και των οργάνων της. Μέσα στους οικισμούς και στις πόλεις δραστηριοποιούνται άτομα, νοικοκυριά, επιχειρήσεις, ποικίλοι οργανισμοί και συλλογικοί φορείς, που επηρεάζουν την λειτουργία, οργάνωση, μορφή, εξέλιξη και ανάπτυξη των οικισμών. Η Πολεοδομία, ως συλλογική κοινωνική δράση, στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους, οφείλει να λάβει υπόψη αυτή την πραγματικότητα και να βρει τρόπους να συνεργασθεί με όλους αυτούς τους «δρώντες», που επηρεάζουν τους οικισμούς και τις πόλεις. Η Πολεοδομία είναι επίσης ένας επιστημονικός επαγγελματικός χώρος, που απαιτεί εξειδικευμένες σπουδές, μέσα και περί τον οποίο κινούνται επαγγελματίες διαφόρων επιστημονικών ειδικεύσεων και κατευθύνσεων. Οι πολεοδόμοι και οι επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων, που συνεργάζονται μαζί τους, διότι η Πολεοδομία απαιτεί μια διεπιστημονική προσέγγιση, χρειάζονται μια κοινή γλώσσα, κοινά εργαλεία και κοινές μεθόδους και τεχνικές δουλειάς. Αυτά τα προσόντα είναι αναγκαία για ένα επιστήμονα, είτε πολεοδόμο, είτε άλλον εμπλεκόμενο στον χώρο της Πολεοδομίας. Η πόλη, αλλά και ο ευρύτερος γεωγραφικός χώρος, που επηρεάζει, είναι ο χώρος, όπου εκτυλίσσονται όλες οι κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες. Σε τελευταία ανάλυση, η πόλη αποτελεί την έκφραση αυτών των δραστηριοτήτων και της ίδιας της κοινωνίας πάνω στο έδαφος. Επομένως ο χώρος της πόλης δεν είναι ανεξάρτητος από τις οικονομικές δυνάμεις και συμφέροντα που κινούνται και συγκρούονται μέσα σ'αυτόν. Η ιδιοκτησία της γης και τα κεφάλαια που επενδύονται πάνω στη γη, σε διάφορους τομείς και για διάφορους λόγους (βιομηχανία, τουρισμός, μεταφορές, κατοικία κοκ.) δεν στοχεύουν στο «κοινό καλό», συχνά μάλιστα αντιτίθενται σ'αυτό. Αυτό το πλέγμα αντικρουόμενων συμφερόντων δεν είναι δυνατό να αφεθεί να «αυτορυθμισθεί» μέσα από τις δυνάμεις της αγοράς, μέσα σε ένα καθεστώς πλήρους απουσίας σχεδιασμού. Είναι βέβαια θέμα συζήτησης η «ποσότητα» σχεδιασμού που απαιτείται, αν δηλαδή μια πόλη χρειάζεται εξαντλητικό σχεδιασμό και ασφυκτικό έλεγχο ή, στο άλλο άκρο, μια ελάχιστα ελεγχόμενη αγορά και απελευθερωμένη ιδιωτική δραστηριότητα. Φυσικά, υπάρχουν και μέσες λύσεις. Ολα τα κράτη, λιγότερο ή περισσότερο, προγραμματίζουν και σχεδιάζουν, ελέγχουν, αλλά και κατασκευάζουν, με τρόπο που ωφελούν ή και βλάπτουν τα συμφέροντα κάποιων. Ποιους ωφελούν (ή και βλάπτουν) περισσότερο και ποιους λιγότερο είναι θέμα ιδεολογικού προσανατολισμού, πολιτικών και αναπτυξιακών επιλογών, κοινωνικών προτεραιοτήτων, συγκριτικής βαρύτητας των πιέσεων που εκδηλώνονται και, όπως πάντοτε συμβαίνει, κοινωνικο-πολιτικών διαπραγματεύσεων και σκοπιμοτήτων. Οφείλουμε κατά συνέπεια να επισημάνουμε ότι ο ρόλος του πολεοδόμου, δεν μπορεί να είναι απόλυτα ουδέτερος και στενά τεχνικός, διότι εμπλέκεται στην διελκυστίνδα των πιέσεων και συμφερόντων. Κάθε κοινωνικά σύνθετο πρόβλημα, και πάντως εκείνα που αντιμετωπίζει η πολεοδομία, μέσα βέβαια σε ένα ισχύον θεσμικό και νομικό πλαίσιο, επιδέχεται περισσότερες της μιας λύσεις. Η επιλογή μιας από αυτές, πέρα από κάποιες καθαρά τεχνικές δεσμεύσεις, είναι αποτέλεσμα μιας κοινωνικής αξιολογικής θέσης. Αυτό είναι απαραίτητο να το γνωρίζουν όσοι δραστηριοποιούνται σ'αυτόν τον επαγγελματικό χώρο. Αυτές οι διαπιστώσεις δεν μπορούν παρά να επηρεάσουν και τις σπουδές του αντικειμένου της Πολεοδομίας, σε οποιοδήποτε επίπεδο εμβάθυνσης. Αναμφισβήτητα, ο πολεοδόμος χρειάζεται τεχνικές γνώσεις, αν και συχνά αντλεί και από τις γνώσεις των ειδικών σε διάφορους τομείς συνεργατών του. Η σπουδή της Πολεοδομίας όμως, μέσα σε ένα πανεπιστημιακό χώρο, πρέπει να βοηθάει και στην διαμόρφωση μιας κοινωνικής συνείδησης των επιστημόνων και τεχνικών, ώστε να μπορούν να σκέπτονται και να δρουν σαν πολίτες με ιδιαίτερα αυξημένη συνειδητοποίηση των συνεπειών που έχουν οι τεχνικές παρεμβάσεις για την κοινωνία, το περιβάλλον και την οικονομία.
Διδάσκοντες
Ε. Μπακογιάννης
Δ. Στάμου
K. Αθανασόπουλος
Χ. Κυριακίδης
Β. Ελευθερίου
Τ. Παπαγερασίμου
Σ. Τσιγδινός